Το συναίσθημα του φόβου πριν τις εξετάσεις ή κατά τη διάρκεια είναι φυσιολογικό. Κανείς δεν μπορεί να περιμένει από τον εαυτό του και τους άλλους να μη βιώσει καθόλου φόβο για τις εξετάσεις. Όμως, όταν ο φόβος φτάσει σε υψηλά επίπεδα μπορεί να διαταράξει τη συγκέντρωση, την προσοχή και τη μνήμη κατά τη διάρκεια της μελέτης ή της εξέτασης. Η σκέψη που συνήθως παρεισφρύει και μονοπωλεί το μυαλό είναι η ανησυχία για το αν θα πάει κάτι στραβά, εάν έχει προετοιμαστεί ο εξεταζόμενος αρκετά καλά,  η ενασχόληση ή η απορρόφηση με σκέψεις που είναι άσχετες με τη διαδικασία της μελέτης, οι συμπεριφορές, όπως να καταπιαστούν και να δαπανήσουν ενέργεια σε κάτι άλλο από το να μελετήσουν, οδηγούν σε ελλειμματική συγκέντρωση και σε συχνές αναβολές . Η αναβολή, ανακουφίζει προσωρινά αλλά συμβάλει θετικά στην ενίσχυσή της αποφυγής.

Ο φόβος των εξετάσεων δεν είναι κυριολεκτικός, αναφέρεται σαφώς στην περίοδο που διεξάγονται εξετάσεις, αφορά ωστόσο το φόβο για το ενδεχόμενο της αποτυχίας. Η αποτυχία με τη σειρά της έχει για τον καθένα μας διαφορετικές διαστάσεις φόβου. Συνήθως έχει να κάνει με την απογοήτευση του εαυτού μας και των άλλων σημαντικών προσώπων για μας, με τον φόβο γελοιοποίησης και υποτίμησης του εαυτού, με το φόβο πως θα αντιδράσουν οι γονείς.

Πολλές φορές μας είναι άγνωστο ότι φοβόμαστε και σε πόση ένταση νιώθουμε το φόβο, αυτό γιατί έχουμε συνηθίσει να δίνουμε σημασία στη στάση που εγκρίνουμε περισσότερο για τον εαυτό μας, αλλά και οι άλλοι περιμένουν να επιδείξουμε. Συνήθως είναι στάσεις, σκέψεις και προσδοκίες απόλυτης επιτυχίας  και σιγουριάς.  Όμως, εάν ακούσουμε πιο προσεκτικά τι λέμε στον εαυτό μας ίσως εντοπίσουμε αρνητικές αυτοαναφορές. Αυτές οι αρνητικές αναφορές εκφράζουν μια προσωπική αρνητική στάση για τις εξετάσεις και αποκαλύπτουν το φόβο που είναι κρυμμένος. Οι επικρίσεις, όπως «δεν προχωράω με το διάβασμα»,  «αποκλείεται να τα καταφέρω», «είμαι ένας αποτυχημένος», «εάν με πιάσει φόβος θα αποτύχω, εάν αποτύχω έχω αποτύχει στα μάτια των άλλων», όπως και οι θετικές μη ρεαλιστικές αυτοαναφορές, «τα ξέρω όλα», «θα πετύχω σίγουρα», «δε θα φοβηθώ» κ.α. θα ήταν προτιμότερο να αντικατασταθούν με πιο ρεαλιστικές σκέψεις και πεποιθήσεις όπως, «είμαι καλά προετοιμασμένος και μπορώ να στηριχθώ στις γνώσεις μου», «θα καταλάβω καλύτερα αυτά που διαβάζω και θα προχωράω στην ύλη μου κάνοντας επαναλήψεις», « θα προσπαθήσω για ό, τι καλύτερο μπορώ και θα το παλέψω μέχρι το τέλος», « ακόμα κι αν νιώθω το συναίσθημα του φόβου μπορώ να τα καταφέρω στις εξετάσεις», «εάν δεν επιτύχω οι άλλοι θα με καταλάβουν και θα μου συμπαρασταθού».

4 στρατηγικές για την αντιμετώπιση του ψυχολογικού παράγοντα προτείνονται παρακάτω: Πρώτον, προσπαθώ να κάνω οικείο το περιβάλλον και τη συνθήκη των εξετάσεων μέσω της φαντασίας. Βρίσκω ένα ήσυχο μέρος, συγκεντρώνομαι και φαντάζομαι πως θα είναι ο εξεταστικός χώρος, πως θα κάθομαι, τον καθηγητή, του άλλους στην αίθουσα και την αλληλεπίδραση που θα έχω με το περιβάλλον και τους άλλους. Δεύτερον, η έκθεση σε αυτό που μας προκαλεί φόβο είναι σημαντική για την εξοικείωση μαζί του. Όσο πιο πολύ φοβάται κάποιος τις εξετάσεις τόσο περισσότερο θα πρέπει να κάνει πρόβες σε παρόμοιες συνθήκες πριν μπει στη συνθήκη που τον φοβίζει, μαζί με άλλους συνεξεταζόμενους ή μόνος του. Τρίτον, εάν ο εξεταζόμενος αρχίσει να τρέμει, να ιδρώνουν τα χέρια του, να χτυπάει η καρδιά του δυνατά, θα πάρει βαθιές ανάσες, και δε θα χάσει την ψυχραιμία του.  Εάν σε προφορικές εξετάσεις βρεθεί σε αδυναμία να συγκεντρωθεί, μπορεί αν κερδίσει χρόνο ζητώντας να ξαναδιατυπωθεί η ερώτηση ή ζητώντας λίγο χρόνο να σκεφτεί πριν απαντήσει. Ο εξεταζόμενος χρειάζεται να συγκεντρώνεται σε κάθε ερώτηση χωρίς να σκέφτεται αυτή που προηγήθηκε ή αυτή που έπεται. Τέταρτον, θα παραμείνει στο χώρο εξετάσεων χωρίς να εγκαταλείψει την προσπάθεια που κάνει.

Γενικά, κάθε άτομο που βρίσκεται λίγο πριν ή κατά τη διάρκεια εξετάσεων έχει ανάγκη να συζητάει τις σκέψεις του που σχετίζονται με τις εξετάσεις. Είναι πιο διευκολυντικό να σκεφτεί στρατηγικές αντιμετώπισης του φόβου των εξετάσεων παρά να καταπιέζει τον εαυτό του να μη νιώθει το συναίσθημά του. Τα λάθη που έγιναν να αποκτούν το νόημα της εμπειρίας και η επιτυχία στις εξετάσεις να μην εξηγείται  ως αποτέλεσμα τύχης ή σύμπτωσης, αλλά να ερμηνεύεται ως αποτέλεσμα της προσωπικής επίδοσης.

Πηγή:  http://www.skf.psych.uoa.gr/